Σε περιπτώσεις αποτιμήσεων επιχειρήσεων, η αξίας υπολογίζεται ως η συνισταμένη του τιμήματος που ένας υποψήφιος αγοραστής είναι διατεθειμένος να πληρώσει και του τιμήματος που ο πωλητής είναι διατεθειμένος να δεχθεί προκειμένου να πουλήσει τις μετοχές του.
Ο προσδιορισμός του τιμήματος αυτού γίνεται με την παραδοχή ότι καμία από τις δυο πλευρές δεν είναι εξαναγκασμένη να προβεί σε αγορά ή πώληση και ότι και οι δυο έχουν ικανοποιητική γνώση των στοιχείων των δραστηριοτήτων της επιχείρησης και της κατάστασης της αγοράς στη δεδομένη χρονική περίοδο.
Για τον προσδιορισμό της αξίας χρησιμοποιούνται πολλές μέθοδοι αποτίμησης, ευρύτερα διαδεδομένες και διαφορετικές επιχειρήσεις χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους.
Συνήθως οι εδραιωμένες επιχειρήσεις μετρούν την αξία τους βάσει των πάγιων περιουσιακών στοιχείων τους, της φήμης που έχουν δημιουργήσει και της τεχνογνωσίας που έχουν αποκτήσει. Αντίθετα οι αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις δίνουν μεγαλύτερο βάρος στην δυναμική τους και στα περιθώρια ανάπτυξης τους και καθορίζουν την αξία τους βάση των υφιστάμενων πωλήσεων και των εκτιμήσεων μελλοντικών κερδών.